Προκόπης Παυλόπουλος: ΡΟΝΑΛΝΤ ΝΤΟΥΟΡΚΙΝ Ένας εμβληματικός φιλόσοφος του δικαίου και της πολιτικής


Οι σύντομες σκέψεις που έπονται είναι αφιερωμένες στον Ρόναλντ Ντουόρκιν (1931-2013), τον μεγαλύτερο σύγχρονο εκπρόσωπο της πολιτικής φιλοσοφίας και της φιλοσοφίας του δικαίου, ο οποίος πέθανε στο Λονδίνο στις 14.2.2013.  Από το πλούσιο έργο του σταχυολογώ τρεις μελέτες του που, κατά τη γνώμη μου, συμπυκνώνουν με τρόπο ιδιαίτερα....
αντιπροσωπευτικό την όλη  σκέψη του:  “Taking Rights Seriously”, 1977, “A matter of Principle”, 1985 και “Laws Empire”, 1986.  Η σκέψη του αυτή τον αναδεικνύει σε κορυφαίο εκπρόσωπο ενός «ανατρεπτικού» φιλελευθερισμού ο οποίος, στον αντίποδα του νεοφιλελευθερισμού, έχει στο επίκεντρό του τον Άνθρωπο ως αξία. 

Και στο πλαίσιο του οποίου αφενός ισότητα και ελευθερία δεν είναι αρχές ανταγωνιστικές αλλ’αντιθέτως συνυπάρχουν, ενώ η ισότητα προηγείται της ελευθερίας.  Ταυτοχρόνως σ’αυτό το φιλελεύθερο τοπίο προέχει η Δημοκρατία, ως σύστημα πολιτικής και πολιτειακής οργάνωσης, το οποίο χαρακτηρίζεται όχι τόσο από την αρχή της πλειοψηφίας αλλ’από το θεσμικό σύμπλεγμα των δικαιωμάτων, που επιτρέπει στον Άνθρωπο να υπερασπισθεί την αξία του και ν’αναπτύξει  ελεύθερα την προσωπικότητά του.

Ειδικότερα ο Ρόναλντ Ντουόρκιν αντιτίθεται πλήρως και ευθέως στον ιδιότυπο και διαβρωτικό οικονομικό υλισμό του νεοφιλελευθερισμού και στη συνακόλουθη καταθλιπτική πολιτική κουλτούρα που αυτός μοιραία συνεπάγεται, την οποία μάλιστα θεωρεί επικίνδυνη για τη Δημοκρατία.

Α.-  Στο έργο του Ρόναλντ Ντουόρκιν μεγάλη σημασία έχει το ηθικό πρότυπο που  οφείλει να υπηρετεί ο Άνθρωπος.  Και το οποίο δεν είναι αμιγώς υποκειμενικό αλλά έχει εδραίες αντικειμενικές διαστάσεις κυρίως μέσα από την τελική διαμόρφωση ενός κοινού «ηθικού προτύπου» εντός του κοινωνικού συνόλου.  Ο Ρόναλντ Ντουόρκιν εντοπίζει τρεις βασικούς τομείς της ανθρώπινης πράξης που έχουν στο επίκεντρό τους και ένα θεμελιώδες ερώτημα, το οποίο αναζητεί απάντηση.  Όμως τομείς, ερωτήματα και απαντήσεις συνδέονται αναποδράστως και αναποσπάστως μέσα από το ίδιο τους το περιεχόμενο.

1. Στο πρώτο πεδίο, το πεδίο της stricto sensu ηθικής, το θεμελιώδες ερώτημα συνίσταται στο:  «Ποιος βίος είναι ο καλύτερος δυνατός, υπό τις εκάστοτε επικρατούσες συνθήκες, από τη σκοπιά του αυτοσεβασμού»;

2. Στο δεύτερο πεδίο, το πεδίο της πολιτικής, το θεμελιώδες ερώτημα συνίσταται στο:  «Πώς θα διαμορφώσουμε τέτοιες συνθήκες στην κοινωνία μας ώστε να προάγεται το εύ ζην υπό όρους ίσου σεβασμού και μέριμνας»;

3. Και στο τρίτο πεδίο, το πεδίο του δικαίου, το θεμελιώδες ερώτημα συνίσταται στο εξής:  «Ως προς ποιες συμπεριφορές μεταξύ μας  νομιμοποιούμεθα ηθικώς, ενόψει και της θεσμικής μας ιστορίας, να κινητοποιήσουμε ακόμη και τον καταναγκασμό»;

Β.-  Οι προαναφερόμενες -πρωτοποριακές ως προς τη σύλληψη των εννοιών της Δημοκρατίας, του Δικαίου και των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου- πραγματικά φιλελεύθερες θέσεις του Ρόναλντ Ντουόρκιν αναδεικνύονται σε ισχυρές αντηρίδες ακόμη και για την υπεράσπιση του κοινωνικού συνόλου στη δίνη της μεγαλύτερης και πιο επικίνδυνης οικονομικής κρίσης που αντιμετώπισε το καπιταλιστικό σύστημα μετά την οριστική διαμόρφωσή του.  Συνοψίζω, ενδεικτικώς, τις επιπτώσεις και, επιπλέον, τις προεκτάσεις τους:

1. Κάθε ανθρώπινη ζωή έχει, ως προς την ευδοκίμησή της, αυτοτελή αξία.

2. Η αξία αυτή είναι εγγενώς ίση προς κάθε άλλη.

3. Άρα, κάθε άνθρωπος έχει αναφαίρετο δικαίωμα αλλά και αντίστοιχη προσωπική ευθύνη αφενός να προσδιορίσει τι έχει αξία στη ζωή του. Και, αφετέρου, να το εφαρμόσει στην πράξη ως ενδιάθετο βίωμα.

4. Υπό την έννοια αυτή η ισότητα προηγείται των δικαιωμάτων.

5. Υπό την ίδια όμως έννοια ισότητα και δικαιώματα συνυπάρχουν στο πλαίσιο της Δημοκρατίας.

6. Γι’αυτό  και στη Δημοκρατία ο βασικός πυρήνας δεν είναι η αρχή της πλειοψηφίας αλλά το πλέγμα των υπέρ του Ανθρώπου δικαιωμάτων.

7. Μέσα σ’αυτό πλαίσιο κινούμενο το δίκαιο καθορίζει τις συμπεριφορές που, ενόψει των κατά τ’ανωτέρω θεσμικών συντεταγμένων, είναι θεμιτό να θωρακισθούν ακόμη και με καταναγκασμό προκειμένου να επιβληθεί η υιοθέτησή τους.

8. Γι’αυτό και, πάντα υπό το πρίσμα της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, ο δικαστής  -ο πραγματικός δικαστής-  δικάζει «κατά νόμο». Και ουδέποτε συνεπώς μπορεί να υπερβεί το όριο του νόμου, ασκώντας κατ’ουσία όχι δικαιοδοτική αλλά δικαιοπλαστική αρμοδιότητα.

9. Με απλές λέξεις ο δικαστής, κατά τον θεσμικό προορισμό του, ερμηνεύει και εφαρμόζει το νόμο.  E contrario, δεν νομιμοποιείται να υποκαταστήσει, αμέσως ή εμμέσως, το νομοθέτη στην παραγωγή κανόνων δικαίου κανονιστικού περιεχομένου, όποια θέση και αν έχουν οι κανόνες αυτοί στο πλαίσιο της ιεραρχίας της έννομης τάξης. 
Αυτή η τελευταία διαπίστωση μου δίνει την ευκαιρία να συνδέσω τη σκέψη του Ρόναλντ Ντουόρκιν,  ως προς το ρόλο του νομοθέτη και του δικαστή, με την καινοφανή  -τουλάχιστον στην ελληνική νομολογία και ιδίως εκείνη του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (25/2012) και του Συμβουλίου της Επικρατείας (668/2012)-  και αμιγώς δικαστικής έμπνευσης θεσμική οντότητα του «δημοσιονομικού δημόσιου συμφέροντος».  Και μέσα από τη σύνδεση αυτή ας μου επιτραπεί, πέρα από την έννοια και τη φύση του «δημοσιονομικού δημόσιου συμφέροντος», ν’αναδείξω τους κινδύνους τους οποίους, κατά τη γνώμη μου, συνεπάγεται η εμφάνισή του, μέσα στο άκρως δυσοίωνο τοπίο της πολιτικής των Μνημονίων και της καταναγκαστικής «δημοσιονομικής προσαρμογής», ιδίως ως προς την προάσπιση της αξίας του Ανθρώπου, κατ’άρθρο 2 παρ.1 του Συντάγματος και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του, κατ’άρθρο 5 παρ.1 του Συντάγματος.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια