Δημόσιος κίνδυνος τα στρατιωτικά νοσοκομεία

Μπορεί τα στρατιωτικά νοσοκομεία να εκπέμπουν τα απόβλητά τους στις αποχετεύσεις, αλλά αγνοείται το κατά πόσο είναι βλαβερό για τη δημόσια υγεία. Στοιχεία που έφερε στη Βουλή βουλευτής της Δημοκρατικής Αριστεράς επισημαίνουν τον κίνδυνο


Στο κοινό αποχετευτικό δίκτυο απορρίπτονται τα υγρά απόβλητα των στρατιωτικών νοσοκομείων, κάτι που μπορεί να ενέχει κινδύνους για τη δημόσια υγεία.
Σύμφωνα με στοιχεία που κατέθεσε βουλευτής της Δημοκρατικής Αριστεράς να επισημαίνουν τον κίνδυνο για τη δημόσια υγεία σε ό,τι αφορά τα υγρά απόβλητα των στρατιωτικών νοσοκομείων, το υπουργείο Εθνικής Άμυνας παραδέχεται πως δεν υπάρχουν οι απαιτούμενες υποδομές ώστε να διαπιστωθεί η ύπαρξη βλαπτικών παραγόντων σε αυτά και να δρομολογηθεί η αντίστοιχη μέθοδος επεξεργασίας.
«Στην παρούσα φάση τα υπόψη υγρά απόβλητα απορρίπτονται στο κοινό αποχετευτικό δίκτυο. Η εν λόγω διαπίστωση καταγράφτηκε ως μείζων παρατήρηση και η εκτέλεση των σχετικών έργων θα προγραμματιστεί από τα Γ.Ε. ως πρώτης προτεραιότητας», σημειώνεται.
Από την απάντηση του υπουργού Εθνικής Άμυνας, Ευάγγελου Βενιζέλου, προκύπτει ότι εκτός από το 242 Σ.Ν. , το οποίο κατασκευάστηκε τα τελευταία χρόνια, τα υπόλοιπα στρατιωτικά νοσοκομεία πετάνε τα νοσοκομειακά απόβλητά τους στις αποχετεύσεις.
Η ερώτηση του βουλευτή της Δημοκρατικής Αριστεράς
"Προβληματική εμφανίζεται η διαχείριση των νοσοκομειακών αποβλήτων στα δημόσια νοσοκομεία, με αποτέλεσμα τοξικές ουσίες να καταλήγουν στις χωματερές ή να εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα.
Αυτό επιβεβαιώνουν πρόσφατες σχετικές μετρήσεις που πραγματοποιούνται τα τελευταία τρία χρόνια στην υπολειμματική τέφρα των κλιβάνων τεσσάρων δημόσιων νοσοκομείων, στο υλικό δηλαδή που απομένει μετά τη θερμική επεξεργασία των επικίνδυνων και μολυσματικών υλικών που προκύπτουν από τη λειτουργία των νοσοκομείων.
Από τις συγκεκριμένες μετρήσεις προκύπτει ότι, ενώ η υπολειμματική τέφρα από τους κλιβάνους θα πρέπει να ανέρχεται στο 30% της ποσότητας των υλικών που καταλήγουν για θερμική επεξεργασία, ωστόσο το 50%-70% των υλικών παραμένουν άκαυστα.
Αυτό συμβαίνει, επειδή στους κλιβάνους πετιούνται ακατάλληλα υλικά, όπως θερμόμετρα, σύριγγες, μπουκάλια και άλλα μεταλλικά δοχεία που δεν καίγονται ή υγρά. Η θερμοκρασία του κλιβάνου πρέπει να ξεπερνά τους 800-900 βαθμούς Κελσίου προκειμένου να καταστραφούν τα τοξικά υλικά, όμως συχνά η θερμοκρασία καύσης είναι κατά πολύ χαμηλότερη.
Επιπλέον, εκτός από τη θερμοκρασία, τα υλικά πρέπει να επιλέγονται κατά ομάδες και πρέπει να παραμένουν για ορισμένο χρονικό διάστημα στον κλίβανο.
Η υπολειμματική αυτή τέφρα μπορεί να διατεθεί χωρίς περαιτέρω επεξεργασία, εφόσον οι διοξίνες και τα φουράνια που περιέχει -τοξικές και επικίνδυνες πολυχλωριωμένες ενώσεις που προκύπτουν από ατελή καύση-δεν ξεπερνούν το όριο που έχει καθοριστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) δηλαδή στα 1.000 πικογραμμάρια/γραμμάριο.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι οι μετρήσεις του Πολυτεχνείου Κρήτης έδειξαν αυξημένη παρουσία διοξινών έως και 45 φορές πάνω από το όριο. Συγκεκριμένα, μετρήθηκαν διοξίνες σε υπολείμματα που φτάνουν τα 45.852 πικογραμμάρια/γραμμάριο.
Περισσότερο υψηλές ήταν και οι υπερβάσεις που καταγράφηκαν και στα φουράνια, για τα οποία έχει καθοριστεί το ίδιο όριο, έως και 53 φορές μεγαλύτερης περιεκτικότητας.
Υψηλά ήταν επίσης και τα επίπεδα των βαρέων μετάλλων που εντοπίστηκαν στην τέφρα, κυρίως μόλυβδος και υδράργυρος. Τα τοξικά αυτά απορρίμματα σύμφωνα με τη διαδικασία, καταλήγουν εν συνεχεία στους ΧΥΤΑ. Επειδή όμως, οι κλίβανοι αυτοί δεν διαθέτουν ειδική απορρυπαντική τεχνολογία, δηλαδή φίλτρα που να συγκρατούν τα σωματίδια, μια ποσότητα διοξινών διαχέεται στην ατμόσφαιρα.
Σύμφωνα με έρευνες που έχουν διενεργηθεί κατά καιρούς, τεκμαίρεται ότι μεγάλες ποσότητες νοσοκομειακών αποβλήτων (που φτάνουν στο 80%) καθημερινά καταλήγουν, χωρίς καμία επεξεργασία, είτε σε οικιακούς κάδους απορριμμάτων είτε στο δημόσιο αποχετευτικό σύστημα.
Το γεγονός αυτό αναδεικνύει τις τεράστιες πολιτικές ευθύνες όλων των κυβερνήσεων για την μη ύπαρξη επαρκούς ελέγχου της διαχείρισης νοσοκομειακών αποβλήτων για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και εφαρμογής του κείμενου θεσμικού πλαισίου καθώς και χωροθετημένων ΧΥΤΕΑ, σύμφωνα με την κοινοτική και ελληνική νομοθεσία καθώς και την αδυναμία προστασίας της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος".
news247

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια